Karagianni Christina
Γεννήθηκε στην Άρτα. Είναι πτυχιούχος της Μαρασλείου Παιδαγωγικής Ακαδημίας και του Παιδαγωγικού τμήματος του Παν. Ιωαννίνων. Εργάζεται ως δασκάλα, έχει αναλάβει περιβαλλοντικά και πολιτιστικά προγράμματα και έγραψε έναν εκπαιδευτικό οδηγό με τίτλο «Φαρμακευτικά φυτά και βότανα». Έγραψε τα θεατρικά: «Στη φυτοχώρα», «Η Αγία Παρασκευή και ο Δράκος», «Πέτα με και μη με πετάς» και ένα με θέμα την Ανακύκλωση. Στο πολιτιστικό πρόγραμμα «Συγγραφείς και ποιητές του τόπου μας», έγραψε μια ανθολογία με τίτλο «Περί λόγου και τέχνης εν Άρτη». Στους Ε’ «Πανελλήνιους Ποιητικούς Αγώνες» στη Λευκίμη Κέρκυρας έλαβε τιμητική διάκριση. Στο 2ο «Φεστιβάλ Ποίησης Θεσσαλονίκης» που διοργάνωσαν οι «Αργοναύτες» το 2006, απέσπασε Α’ Έπαινο για τα ποιήματά της με θέμα την Ελιά. Στο Διαγωνισμό «Σικελιανά» 2006 έλαβε το Γ΄ βραβείο Ερωτικής Ποίησης. Το 2007 στους ΚΒ΄ Δελφικούς Αγώνες έλαβε το Γ’ Βραβείο Ποίησης. Στο 3ο «Φεστιβάλ Ποίησης Θεσσαλονίκης», απέσπασε το Γ’ Βραβείο. Στις 21 Μαρτίου 2008, ημέρα παγκόσμιας ποίησης το βιβλίο της «Πηγή Πυρός» των εκδόσεων «Υδρόγειος», βραβεύτηκε από το περιοδικό «Κελαινώ» και τον Λογοτεχνικό Όμιλο «Ξάστερον». Στο διαγωνισμό «Αλησμόνητες πατρίδες» που οργάνωσε το περιοδικό «Κελαινώ» πήρε το Α’ Bραβείο μικρής ποιητικής συλλογής. To Μάιο (2008) στο διαγωνισμό «Οι ποιητές γιορτάζουν την άνοιξη» στη Θεσσαλονίκη που οργάνωσαν οι «Αργοναύτες» πήρε Β’ Έπαινο. Στους ΚΓ΄ «Δελφικούς Αγώνες», (Ιούνιος 2008), στους Δελφούς έλαβε Έπαινο. Το 2007 κυκλοφόρησε η 1η ποιητική της συλλογή με τίτλο «Πηγή Πυρός» (εκδόσεις «Υδρόγειος»)και το 2008, η 2η ποιητική της συλλογή με τίτλο «Τα τραγούδια της παρέας» από τις εκδόσεις «Υδρόγειος». Είναι ιδρυτικό μέλος των «Αργοναυτών».
Nuovo Messaggio nel vostro Computer
Email / Messaggio in Arrivo / Ricevuto Aprile 2009
Da: da qualche parte nell'universo
A: L ' aquilla.com
Notifica: verso tutta la gente
Quando voi dormite,
noi vediamo tutta la citta’ che cerca il suo fantasma nelle macerie.
Le case-quante ne sono rimaste-invecchiano prima del loro tempo dal disastro.
E tu terra, emmani fumo dalla tua sofferenza.
Ma i morti non trovano quiete.
Girano senza fiato nelle strade cercando i loro corpi.
E le strade diventano linee dell’Orsa, segnano la traietoria verso la terra
e i loro desideri si avverano. Il loro silenzio bisbiglia nella strade:
-“La e’ il tetto della mia casa e il mio muro abbattuto
-La e’ il mio giardino con le rose fiorite!
-La sei amore mio!
Non avere paura, e’ rimasta un po di luce nelle macerie.\
Vediamo un raggio di sole. Annusiamo un tocco di primavera.
Che non si spengano le luci dietro le tende.
-Non piangere madre, prendi le mie lacrime per alleviare il dolore.
-Non piangere padre, prendi il mio sorriso per ridere.
Noi abitiamo nelle stelle.
La stella Polare e’ la nostra madre e nostra amica la Luna.
Non avere paura e le aquile ci proteggono.
Le loro ali son i nostri tetti
e quando accovaciati nei nidi stellari del cielo
ci fanno la ninna nanna con canzoni”.
In Via Cielo e Angeli vivi anima mia.
Sappiamo che la terra dissoterra il nostro sogno e il sole leccera le ferite.
Persone, costruite robusta la carena con i nostri sogni per albero,
applicate il panno bianco nella Argo
e con i fari che lampeggino nel profondo del cielo,
a remare verso il sole. Non dimenticate che
quanto ansimiamo per raggiungerlo, tanto i nostri Itaci assodano nella sabbia.
Con amore
Una anima in qualche parte dell'universo.
P.S.: Ad un certo punto i morti si calmeranno .
Allora si sveglierano i condannati per cercarli. |
Μήνυμα στον υπολογιστή σας
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο/ Εισερχόμενο Μήνυμα/ παραλαβή Απρίλιος 2009
Από: κάπου στο σύμπαν
προς: L’ aquilla.com
Κοινοποίηση: στους ανθρώπους
Όταν εσείς κοιμάστε,
εμείς βλέπουμε την πόλη να ψάχνει το φάντασμά της στα ερείπια.
Τα σπίτια-όσα έμειναν– να γερνούν παράκαιρα απ’ τη συμφορά.
Και συ γη, καπνούς βγάζεις απ’ τον καημό σου.
Μα οι νεκροί δεν ησυχάζουν.
Γυρνούν αλαφιασμένοι στους δρόμους γυρεύοντας τα κορμιά τους.
Στα καλντερίμια των άστρων κατηφορίζουν οι αγαπημένοι.
Κι οι δρόμοι γίνονται γραμμές της Άρκτου, χαράζουν τροχιά προς τη γη
και πιάνουν οι ευχές τους. Η σιωπή τους ψιθυρίζει στους δρόμους:
-«Εκεί η στέγη του σπιτιού μου κι ο γκρεμισμένος τοίχος.
-Να ο κήπος μου με τ’ ανθισμένα τριαντάφυλλα!
-Εκεί είσ’ αγαπημένη μου!
Μη φοβάσαι κι έμεινε λίγο φως μέσα στ’ ερείπια.
Να δούμε μια αχτίδα ήλιο. Να μυρίσουμε μια σταλιά άνοιξη.
Να μη σβήσουν τα φώτα πίσω απ’ τις κουρτίνες.
-Μην κλαις μάνα, πάρε το δάκρυ μου να ξεπλύνεις τον πόνο.
-Μην κλαις πατέρα, πάρε το χαμόγελό μου να γελάς.
Εμείς κατοικούμε στ’ άστρα.
Η Πούλια είν’ η μάνα μας και φίλη μας η Σελήνη.
Μη φοβάσαι κι οι αετοί μάς φυλάνε.
Οι φτερούγες τους είναι οι στέγες μας
κι όταν κουρνιάζουμε στις αστροφωλιές τ’ ουρανού
μάς νανουρίζουν με τραγούδια».
Οδός ουρανού κι αγγέλων κατοικείς ψυχή μου.
Γνωρίζουμε ότι η γη θα ξεθάψει τ’ όνειρό μας και ο ήλιος θα γλύφει τις πληγές.
Άνθρωποι, να φτιάξτε γερά τα σκαριά με τ’ όνειρά μας για κατάρτι,
ν’ απλώστε λευκό πανί στην Αργώ
και με τους φάρους ν’ αναβοσβήνουν στους βυθούς τ’ ουρανού,
να τραβάμε κουπί προς τον ήλιο. Μη λησμονάτε ότι
όσο αγκομαχάμε για να τον φτάσουμε, οι Ιθάκες μας θα στεριώνονται στην άμμο.
Με αγάπη
Μια ψυχή κάπου στο σύμπαν.
Υ. Γ. Κάποτε θα ησυχάσουν οι νεκροί.
Τότε θα ξυπνήσουν οι μελλοθάνατοι να τους γυρέψουν. |